Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2020

Στην υγειά έκαστων


Δεν ρώτησα μα αφού ακούμπησε το μπυροπότηρο στη μπάρα, είπε:
Όταν κοντοζύγωνε η ώρα της απόφασης τι θέλω να γίνω στη ζωή μου, φλερτάριζα τη φαντασίωση να γίνω ηθοποιός.
Να δοκιμάσω τι μου πάει καλύτερα. Κατάλαβες.
Πως διάολο να ξέρεις ποια ζωή απ’ τις τόσες είναι η σωστή;
Έλα που το χειροκρότημα νόμιζα είναι αναπόσπαστο συστατικό της κάθε επιλογής μου.
Σκέφτηκα ύπουλα, ανθρώπινα, ελληνικά.
Έγινα βιοποριστής με πάθη.

Κι έτσι άλλαζα δουλειές, χτενίσματα, make up πολλά και τόπους.
Κάλλιστο ότι δεν ήξερε κανείς ότι ποιώ τα ήθη και δεν είχα να τρέμω άρθρα, κριτικές και τέτοιες μαλακίες.
Ρόλος με πλεονέκτημα. Απαρατήρητος.
Υπερήμερα οφειλέτης στις πρόβες μου με θνητά τα κόστη κάθε αποτυχίας.
Πανάκεια τα προς το ζην, κατάλαβες, ομόφωνα αθώος.
Ωστόσο κάκιστο ότι έπρεπε να μπω με διάρκεια πολύ βαθιά στο ρόλο.
Μην πεις κι εσύ τα προφανή πως έχασα τον εαυτό μου κι άλλα τέτοια. Ποιόν εαυτό;
Απλά έγινα όλοι οι ρόλοι μου και τώρα πια φοβάμαι πως δεν θα αποχωριστώ κανέναν.
Τον κο Δημόσια Είμαι. Τον Κρυφά Εγώ. Τον Όσα Βλέπουνε και τον Όσα Φαντάσου Να ’Μουνα.
Καλά παιδιά αλλά μαλώνανε ποιος θα πρωτομιλήσει.
Δεν λέω, κάποια τα παραμέλησα. Αλλά ενηλικιώθηκαν.
Εγώ τα κράτησα σαν μάνα μέσα μου και σαν πατέρας τους φρόντιζα να υπάρχουν.
Θα πρέπει πια να βρουν το δρόμο μόνα τους. Κατάλαβες.

Σήκωσα ταυτόχρονα τα φρύδια μου, τραμπάλισα ελαφρώς την όψη, όρθωσα το ποτήρι και είπα:
Κατάλαβα αδερφέ. Ασ’ τους να ζήσουνε μωρέ, αφού φτάσανε ως εδώ, ας πιούμε στην υγειά τους!

Τώρα σκέφτομαι πως άθελα μου ίσως και τελικά να ρώτησα. Όχι εγώ, ο άλλος.


Ιανουάριος 2020,
Αθήνα